Πόσα «σαμάρια» θα δείρουμε ακόμα;

Η ιστορία αυτό θα γράψει, έστω κι αν την Ελλάδα στοιχειώνει ένα και μοναδικό ματς: Αυτό με τη Βραζιλία. Έστω κι αν στο τελευταίο ματς, με την Τσεχία, η ομάδα μας συγκίνησε άπαντες με την προσπάθειά της. Όμως σε τόσο βραχύβιες διοργανώσεις, όλα μπορούν να χαθούν από ένα ματς. Το ξέραμε, έστω κι αν το σύστημα διεξαγωγής εγείρει ερωτηματικά…

Η αλήθεια είναι ότι η Εθνική μας, μας… καλόμαθε με τα μετάλλια και τις τετράδες για αρκετά χρόνια. Κάτι που δεν είναι σύνηθες, να έχει, δηλαδή, μια χώρα 10 εκατομμυρίων με τόσα προβλήματα, τόσες διακρίσεις σε ένα άθλημα τέτοιας εμβέλειας. Η ποιότητα των παικτών της ήταν απαράμιλλη, όπως και το «δέσιμο» που είχαν ως ομάδα. Οι, δε, επιτυχίες των «μικρών» Εθνικών όταν ο «κορμός» άρχισε να 30ρίζει και βάλε, ήταν «μουσική στα αφτιά μας».

Φευ, όμως… Από τη «χρυσή» Εθνική του 2009, μόνον οι Σλούκας, Παπανικολάου και ακολούθως ο Μάντζαρης είναι σταθερά κομμάτια του νυν παζλ. Δε μας είχε προβληματίσει, βλέπετε, το γεγονός ότι υπήρχαν πολλοί παίκτες της μεγάλης ομάδας που δεν είχαν καν αγωνιστεί σε «μικρές» Εθνικές: Διαμαντίδης, Παπαλουκάς, Χατζηβρέττας, Ντικούδης και όχι μόνο. Η παραγωγική διαδικασία είναι μία πληγή, σημαντική, που χρήζει ειδικότερης, ξεχωριστής ανάλυσης.

Η αρχή του κακού

Η αρχή του κακού για την Εθνική έγινε όταν μπήκε στο αίμα της το δηλητήριο της συλλογικής αντιπαράθεσης. Ο Παναγιώτης Γιαννάκης αποχώρησε μήνες μετά τη συμφωνία του με τον Ολυμπιακό κι αυτό ήταν «μαχαιριά» η οποία δεν εμφάνισε αμέσως πληγή, αλλά σταδιακά. Γιατί τότε η ομάδα ήταν στα ντουζένια της και, σε αγωνιστικό επίπεδο, μπορούσε να αντικαταστήσει τον «Δράκο». Άλλωστε καμία ομάδα δεν τελειώνει με την αποχώρηση ενός προπονητή.  

Όμως δεν μπόρεσε, όπως αποδείχτηκε, να αντικαταστήσει το σεβασμό που ενέπνεε στα αποδυτήρια, όπως και το ειδικό βάρος που είχε για να «σβήνει φωτιές», που μπορεί να ανάψουν όταν υπάρχουν τόσες μεγάλες προσωπικότητες σε μία ομάδα. Και κυρίως, δεν μπόρεσε να βάλει ένα φράγμα, ένα τείχος, στον τυφλό οπαδισμό που είχε εισχωρήσει και στις τάξεις της.

Η όλη κατάσταση μύριζε μπαρούτι. Ο Παπαδόπουλος αποσύρθηκε από την Εθνική στα 28. Ο Διαμαντίδης και ο Ντικούδης στα 30. Ο Χατζηβρέττας στα 31. Ο Παπαλουκάς στα 32, ο Σπανούλης, ο Ζήσης και ο Τσαρτσαρής στα 33. Σαφώς η ευθύνη ανήκει πρώτιστα στους ίδιους, βλέποντας «τοτέμ» του παγκόσμιου μπάσκετ να παίζουν στην Εθνική της χώρας τους ως τα 40. Ναι, στην Εθνική ο παίκτης πρέπει να παίζει ανεξαρτήτως συνθηκών (της). Όμως είναι δύσκολο ξαφνικά να έγιναν (ή να αποδείχτηκε ότι ήταν) οι προαναφερόμενοι κακοί χαρακτήρες, με κακή νοοτροπία και χωρίς εθνική συνείδηση.

Προεδρία; Έστω ένα πόστο…

Γίνεται μεγάλη κουβέντα γιατί κάποια από τις δόξες του ελληνικού μπάσκετ δεν «μπαίνει μπροστά» για την προεδρία της ΕΟΚ, Πέραν του ότι το νυν θεσμικό πλαίσιο δεν το επιτρέπει (πρέπει να είναι κάποιος παράγοντας για δύο χρόνια για να διεκδικήσει την προεδρία), θα θέσουμε ακόμα ένα ερώτημα: Γιατί κάποιος από τους παλιότερους ή τους πρόσφατα αποχωρήσαντες παίκτες δεν παίρνει (έστω) μία θέση στην Εθνική Ομάδα;

Το κενό του αείμνηστου Γιώργου Κολοκυθά (γενικός αρχηγός και συνδετικός κρίκος μεταξύ Εθνικής και Ομοσπονδίας) δεν καλύφθηκε ποτέ και πέρασαν 6.5 χρόνια από τη μέρα που έφυγε από τη ζωή. Δε μιλάμε καν για την προεδρία: Έγινε πρόταση στον Διαμαντίδη, τον Παπαλουκά, τον Τσαρτσαρή, βάλτε όποιο όνομα θέλετε, να αναλάβει κάποιο πόστο; Ρητορικό το ερώτημα.

Το απολυταρχικό καθεστώς που επικρατεί στην ΕΟΚ, δεν επιτρέπει πολλούς «ελιγμούς». Δυστυχώς αυτό δείχνει η ιστορία. Η λύση για την «επόμενη μέρα» θα μπορούσε να είναι μία ομαδική κίνηση ανθρώπων που δόξασαν την Εθνική. Αποφασισμένων να επιβάλλουν αλλαγές, να «τρέξουν» την Ομοσπονδία με τη λογική του 2019… Ένας μόνος του, δύσκολα, εκτός αν τον λένε Γκάλη ή Γιαννάκη. Ακόμα κι αυτό όμως θέλει (πάρα) πολύ χρόνο, έτσι όπως είναι δομημένη η κατάσταση. Και ανθρώπους αποφασισμένους και οπλισμένους με υπομονή.

Μάγειρες, ταβερνιάρηδες, σερβιτόροι…

Ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της λάθος λειτουργίας της ΕΟΚ είναι αυτό του προπονητή. Μία Εθνική με τα γαλόνια της Ελλάδας δεν είναι δυνατόν εδώ και πολλά χρόνια να μην έχει καταφέρει να φέρει έναν κόουτς με μεγάλη προσωπικότητα, πλην της προπονητικής αξίας του. Δε λέμε να έρθει ο Ομπράντοβιτς ο ίδιος, όμως μην πάμε και στο άλλο άκρο: Εδώ και χρόνια, οι προπονητές χρησιμοποιούνται ως σάκοι του μποξ για τις αποτυχίες, ή πιο σωστά τη μη επίτευξη στόχων που παλιότερα έμοιαζαν «αυτονόητοι», όπως η πρόκριση σε μία τετράδα. Ας ρίξουμε μια ματιά:

Γιόνας Καζλάουσκας, Ηλίας Ζούρος,  Αντρέα Τρινκιέρι, Φώτης Κατσικάρης, Κώστας Μίσσας, Θανάσης Σκουρτόπουλος.

Μάγειρες. Ταβερνιάρηδες. Σερβιτόροι. Τους έχει αποδοθεί ό,τι έχει να κάνει με το αγαπημένο, στην Ελλάδα, φαγητό.

Δε θα το πάμε στο αγωνιστικό κομμάτι, υπό την έννοια ποιος είναι καλός κόουτς και ποιος όχι. Το ερώτημα είναι, ποιος είχε το «ειδικό βάρος» για να σηκώσει μια αποτυχία; Και ποιος είχε τη στήριξη της Ομοσπονδίας; Είναι τυχαίο ότι όλοι τους έγιναν βορά στις διαθέσεις του κόσμου (συμπεριλαμβανομένων και των ΜΜΕ) που διψούσε και διψά για «αίμα»;

Οι δύο δρόμοι

Θα αντιπαρατάξει κάποιος: «Οι καλοί προπονητές με ειδικό βάρος κοστίζουν και είμαστε στη σημερινή Ελλάδα». Ωραία, λοιπόν. Οι δρόμοι είναι δύο: Είτε κάνεις μία υπέρβαση και φέρνεις κάποιον που να εμπνέει σε όλα τα επίπεδα, είτε δείχνεις σε κάποιον με λιγότερα «παράσημα» εμπιστοσύνη και δεν τον πετάς σαν στυμμένη λεμονόκουπα στην πρώτη ή τη δεύτερη αποτυχία.

Θέλεις έναν προπονητή που να μπορεί να κάνει αυτό που έκανε χθες ο Σάσα Τζόρτζεβιτς με τον Νίκολα Γιόκιτς, όταν «έβγαλε στη σέντρα» έναν από τους καλύτερους παίκτες του ΝΒΑ για την αποβολή του. Όχι για να τον εκθέσει, αλλά για να τον διδάξει.  Να το κάνει, και να έχει, φυσικά, και την ανάλογη στήριξη…

Το να πάρεις έναν προπονητή και να αποτύχει δεν είναι κάτι τραγικό. Ειδικά σε ομάδα όπως η Εθνική, η οποία είναι ειδικών συνθηκών και «βραχείας» χρήσης, δεν είναι σύλλογος να τον δουλεύει κάποιος 10 μήνες. Το να αλλάζουν οι προπονητές σαν τα πουκάμισα και λειτουργούν ως αποδιοπομπαίοι τράγοι, είναι όχι «κάτι», αλλά τραγικό. Στο φινάλε, όταν οι επιλογές αποδεικνύονται για σειρά ετών αποτυχημένες, φταίει αυτός που τις κάνει.

Ο θυμόσοφος λαός λέει «φταίει ο γάιδαρος και δέρνει το σαμάρι». Πόσα ακόμα «σαμάρια» θα δείρουμε;

Η μοιραία σύγκριση

Ας ρίξουμε μια ματιά στο προπονητικό καθεστώς των μεγάλων Εθνικών Ομάδων, αυτών που και πρωταγωνιστούν και έχουν και την πίεση της διάκρισης:

ΣΕΡΒΙΑ: Σάσα Τζόρτζεβιτς. Από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες στην ιστορία της χώρας. Χρόνια: Από το 2013 έως τώρα. Προσέξτε, στη χώρα που το 2005 ο Ομπράντοβιτς έφυγε έχοντας αποτύχει!

ΙΣΠΑΝΙΑ: Σέρτζιο Σκαριόλο. Για την αξία και την προσωπικότητά του, ούτε λόγος. Χρόνια:  2009-12 και 2015 έως τώρα.

ΓΑΛΛΙΑ: Βινσέντ Κολέ. Τα δέκα σερί χρόνια του τα λένε όλα: Από το 2009 έως τώρα.

ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ: Σέρχιο Ερνάντεζ. Από τα 32 του στον πάγκο της ομάδας με διάλειμμα πέντε χρόνων, συνώνυμο της Εθνικής. Χρόνια: 2005-10, 2015 έως τώρα.

Πάμε και στις «Σταχτοπούτες».

ΤΣΕΧΙΑ: Ρόνεν Γκίνζμπουργκ. Ο κύριος υπεύθυνος της φετινής πορείας της. Χρόνια: 2013 έως σήμερα.

ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ: Αντρέι Λεμάνις. Έξι σερί χρόνια στον πάγκο της ομάδας που εντυπωσιάζει φέτος στο Παγκόσμιο.

ΠΟΛΩΝΙΑ: Μάικ Τέιλορ. Από το 2013, συνεχόμενα στον πάγκο της Εθνικής..

Τόσο άρρωστοι…

Και δεν είναι μόνον αυτό. Έχουμε και το άτυπο απαγορευτικό του να κάθεται στον πάγκο της Εθνικής προπονητής του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού, μετά τα προαναφερθέντα με τον Γιαννάκη. Προφανώς για να μην ειπωθούν πράγματα του Τύπου «αυτός τον δικό του βάζει περισσότερο ή παίζει περισσότερο». Ναι, τόσο άρρωστοι είμαστε. Και τόσο απροστάτευτη είναι η Εθνική, που απαγορεύεται να κάνει πρόταση στον (κάθε) Μπλατ. Σημείωση: Όλα αυτά ίσχυαν και πριν τα «παράθυρα»…

Καυτή πατάτα

Με τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί, ο κάποτε ελκυστικός όσο λίγοι πάγκος της Εθνικής Ελλάδας (χώρια η ύψιστη τιμή όταν μιλάμε για γηγενείς κόουτς), έχει μετατραπεί σε «καυτή πατάτα». Δεν είναι τυχαίο ότι προπονητές της «γενιάς των 50άρηδων»  που είτε έχουν φτιάξει ήδη, είτε φτιάχνουν καλό όνομα και στην Ευρώπη, ήταν αρνητικοί στο ενδεχόμενο να αναλάβουν την ομάδα. Πιθανώς τώρα να αναλάβει κάποιος απ’ αυτούς. Για να δούμε τι αντιμετώπιση θα έχει. Όχι από τον κόσμο, εκεί στην πρώτη στραβή θα γίνει «Ηττούδης», «Mr Bean», «Μποχού» (αν και ο τελευταίος είναι πλέον στην «απαγορευμένη ζώνη» λόγω ανάληψης του Παναθηναϊκού). Από τον οργανισμό…

Ως κόρη οφθαλμού

Το μεγαλύτερο μέρος του κομματιού επικεντρώθηκε στον προπονητή. Δεν είναι μόνον αυτό το πρόβλημα. Είναι το θέμα της παραγωγής, είναι κι αυτό της στελέχωσης της Ομοσπονδίας και της Εθνικής, που θίχτηκαν πιο επιδερμικά παραπάνω, είναι κι άλλα. Θέματα που θα μας απασχολήσουν λίαν συντόμως.  Όμως ένα άλλο θέμα δεν μπορεί να περιμένει: Προστατέψτε αυτήν την Εθνική.

Η ομάδα που έπαιξε στην Κίνα είναι καλή. Έχει τα βασικά συστατικά για να πετύχει κάτι καλό. Ένα δίδυμο γκαρντ που θα ζήλευε κάθε ομάδα. Τον MVP του ΝΒΑ. Παίκτες που μπορούν να παίξουν σε συγκεκριμένους ρόλους και (φαίνεται να) τους έχουν αποδεχτεί. Μεγαλύτερη ισορροπία χρειάζεται. Μπορεί στο σύγχρονο μπάσκετ οι θέσεις να μην είναι όπως παλιά, όμως ισορροπημένη ομάδα χωρίς πέντε γκαρντ, εκ των οποίων οι τέσσερις να έχουν βασικό ρόλο, δεν υπάρχει.

Με το… κιάλι

Η «χρυσή» Εθνική είχε πέντε τέτοιους. Τον Διαμαντίδη, τον Σπανούλη, τον Παπαλουκά, τον Ζήση, τον Χατζηβρέττα ο οποίος παρά την ποιότητά του, δέχτηκε τον ρόλο του, ουσιαστικά, «πέμπτου» γκαρντ. Η ταυτόχρονη χρησιμοποίηση τριών εκ των πέντε ήταν από τα όπλα της Εθνικής μας. Στην Κίνα, είχαμε δύο πρωτοκλασάτους, δύο συμπληρωματικούς και… αυτό ήταν όλο. Δεν μπορεί να «κρεμιέται» η ομάδα επειδή ο Ντόρσεϊ δεν ήρθε τελικά στην Εθνική. Δεν μπορεί όλος ο κόσμος να «κόβει» σωρηδόν «κοντούς» και εμείς να τους ψάχνουμε με το κιάλι. Οι ψηλοί είναι αυτοί που σπανίζουν συνήθως…

Κρίσιμο σταυροδρόμι

Δεν πρέπει να λησμονείται ότι η Εθνική μας βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Ο Γιάννης Μπουρούσης και ο Γιώργος Πρίντεζης πιθανότατα θα αποχωρήσουν, ενώ υπάρχουν τα «παράθυρα» για το Ευρωμπάσκετ του 2021, αλλά και το Προολυμπιακό Τουρνουά. Δύο διοργανώσεις στις οποίες το πιο πιθανό είναι να μη δώσει το «παρών» ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, ειδικά (για το Προολυμπιακό) αν οι Μιλγουόκι Μπακς φτάσουν ως το τέλος του δρόμου την επόμενη σεζόν.

Τι χρειαζόμαστε λοιπόν; Οργάνωση, πλάνο, σωστές και… έγκαιρες (για να μην πιάσουμε τις παλινωδίες με το θέμα προπονητή τα τελευταία χρόνια) αποφάσεις. Και έναν κόουτς που να του δείξουμε εμπιστοσύνη. Όχι να του φορτώσουμε όλα τα δεινά του ελληνικού μπάσκετ…

Υ.Γ.: Η πρώτη υπεύθυνη για τον αποκλεισμό είναι η Εθνική. Όμως κανείς δε δικαιούται να κλέβει τον ιδρώτα των παικτών. Η παρακάτω εικόνα του Γιάννη Αντετοκούνμπο, που αν και MVP του ΝΒΑ μοιάζει με παιδί που του πήραν το γλυκό από τα χέρια, θα μείνει για καιρό χαραγμένη στη μνήμη. Είναι ανεπίτρεπτο σε τόσο κρίσιμους αγώνες οι «γκρι» να κλέβουν τον ιδρώτα των παικτών. Σαν τους ανεκδιήγητους σημερινούς, ή σαν αυτούς του Γαλλία – Λιθουανία.

giannis1098

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ
Share on facebook
Share on twitter
Share on linkedin
Share on google
Share on pinterest
Share on email
Share on whatsapp
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
  • Τελευταία Νέα
Scroll to Top